Σύνοψη
Τα συμπιεστικά κατάγματα της σπονδυλικής στήλης αποτελούν την πιο συχνή επιπλοκή της οστεοπόρωσης, ειδικότερα σε γυναίκες στην εμμηνόπαυση. Η οστεοπόρωση αποτελεί μια συστηματική νόσο των οστών που χαρακτηρίζεται από χαμηλή οστική πυκνότητα και διαταραχή της μικροαρχιτεκτονικής του οστικού ιστού που συντελεί στη μειωμένη ανθεκτικότητα των οστών και στον υψηλό κίνδυνο για κατάγματα.
Η συμπίεση αυτών των ευάλωτων σπονδύλων οδηγεί σε μικρά θραύσματα είτε στο μπροστινό μέρος των σπονδύλων (σφηνοειδής παραμόρφωση) είτε στο κεντρικό τμήμα (κοίλη ή αμφίκοιλη παραμόρφωση) είτε τέλος σε όλο το σπονδυλικό σώμα (καθίζηση του σπονδύλου). Τα οστεοπορωτικά κατάγματα οδηγούν σε απώλεια ύψους του οστεοπορωτικού σπονδύλου τουλάχιστον κατά το 20%, η οποία μπορεί να προκαλέσει τόσο πόνο στην περιοχή του κατάγματος (στην πλάτη ή τη μέση) όσο και μεταβολές/διαταραχές στη σωματική στάση. Η συχνότερη εντόπιση των συμπιεστικών καταγμάτων των σπονδύλων αφορά το μεσαίο και κατώτερο τμήμα της θωρακικής και το ανώτερο τμήμα της οσφυϊκής μοίρας της σπονδυλικής στήλης.
Ανατομία (Θωρακική μοίρα της σπονδυλικής στήλης)
Η θωρακική μοίρα βρίσκεται στο άνω μέρος της πλάτης και αποτελεί τη μεγαλύτερη περιοχή της σπονδυλικής στήλης. Αποτελείται από 12 σπονδύλους στους οποίους έχουν εκχωρηθεί αριθμοί από Θ1 έως Θ12. Το γράμμα «Θ» παραπέμπει στο επίθετο θωρακικός. Ο Θ1, ο ανώτατος θωρακικός σπόνδυλος, συνδέεται με τον κατώτερο αυχενικό σπόνδυλο, Α7, στην αυχενική μοίρα της σπονδυλικής στήλης. Ο Θ12, ο κατώτερος θωρακικός σπόνδυλος, συνδέεται με τον πρώτο οσφυϊκό σπόνδυλο, Ο1, στην οσφυϊκή μοίρα της σπονδυλικής στήλης. Επιπλέον, αυτοί οι σπόνδυλοι λειτουργούν ως σημεία πρόσδεσης για το θωρακικό κλωβό.
Ανατομία (Οσφυϊκή μοίρα της σπονδυλικής στήλης)
Η οσφυϊκή μοίρα της σπονδυλικής στήλης αποτελείται από 5 σπονδύλους που συνδέουν το ιερό οστό (ένα τριγωνικό οστό στο κάτω άκρο της σπονδυλικής στήλης) με τη θωρακική μοίρα της σπονδυλικής στήλης (το άνω μέρος της πλάτης). Και οι 5 αυτοί σπόνδυλοι είναι αριθμημένοι. Ο Ο1, ο πρώτος οσφυϊκός σπόνδυλος, είναι αυτός που βρίσκεται πιο κοντά στη θωρακική μοίρα της σπονδυλικής στήλης. Ο Ο5, ο κατώτερος οσφυϊκός σπόνδυλος, είναι αυτός που βρίσκεται πιο κοντά στο ιερό οστό. Το γράμμα «Ο» παραπέμπει στο επίθετο «οσφυϊκός».
Ανατομία (Τυπικός οσφυϊκός σπόνδυλος)
Ο κάθε σπόνδυλος έχει ένα πρόσθιο τμήμα που είναι συμπαγές και λέγεται σπονδυλικό σώμα (vertebral body) και ένα οπίσθιο τμήμα που λέγεται σπονδυλικό τόξο (vertebral arch). Στην άνω και στην κάτω επιφάνεια του σπονδυλικού τόξου υπάρχουν προεξοχές που λέγονται αρθρικές αποφύσεις (articular processes) και χωρίζουν το σπονδυλικό τόξο σε αυχένα
(pedicle) και σε πέταλο (lamina). Πλάγια του σπονδυλικού τόξου υπάρχουν οι εγκάρσιες αποφύσεις (transverse processes) και οπίσθια και κεντρικά η ακανθώδης απόφυση (spinous process).
Η περιοχή ανάμεσα στην άνω αρθρική απόφυση (superior articular process) και στην κάτω αρθρική απόφυση (inferior articular process) ενός σπονδύλου λέγεται ισθμός του σπονδυλικού τόξου (pars interarticularis).
Δύο γειτονικοί σπόνδυλοι ενώνονται μεταξύ τους με το μεσοσπονδύλιο δίσκο, τις ζυγοαποφυσιακές αρθρώσεις και τους συνδέσμους.
Συχνή αιτία (Οστεοπόρωση)
Οστεοπόρωση είναι η μείωση της οστικής πυκνότητας που οδηγεί στο εύκολο ράγισμα και σπάσιμο των οστών. Τα συμπιεστικά κατάγματα της σπονδυλικής στήλης αποτελούν την πιο συχνή επιπλοκή της οστεοπόρωσης ειδικότερα σε γυναίκες στην εμμηνόπαυση και στους ηλικιωμένους. Ανάλογα με τη σοβαρότητα του βαθμού της οστεοπόρωσης μπορούν να προκληθούν κατάγματα είτε από μικρής βαρύτητας κάκωση ή καταπόνηση της σπονδυλικής στήλης, όπως ανύψωση, κάμψη, στροφή του κορμού είτε στις σοβαρότερες μορφές ακόμα και χωρίς εμφανή καταπόνηση όπως μετά από φτέρνισμα ή βήξιμο.
Συμπτώματα
Σε περίπτωση συμπιεστικού κατάγματος λόγω οστεοπόρωσης, το πρώτο σύμπτωμα είναι κυρίως ένας οξύς πόνος στην πλάτη ή τη μέση, ο οποίος συνήθως ανακουφίζεται με τη ξεκούραση. Ο πάσχων σπόνδυλος είναι ευαίσθητος στη ψηλάφηση και την επίκρουση. Ως συνήθως, ο οστικός πόνος υποχωρεί μέσα σε 6 με 12 εβδομάδες. Εντούτοις, σε κάποιες περιπτώσεις ασθενών μπορεί να παραμείνει ο πόνος την περιοχή της μέσης/της πλάτης είτε λόγω μυοπεριτοναϊκού ερεθισμού που προκαλείται λόγω κακής στάσης που σώματος και κακής μηχανικής επιβάρυνσης της περιοχής, είτε λόγω νέων μικροκαταγμάτων/ καθιζήσεων παρακείμενων οστεοπορωτικών σπονδύλων. Τόσο ο οστικός όσο και ο μυοπεριτοναϊκός πόνος οδηγούν σε διαφόρου βαθμού περιορισμό στις καθημερινές δραστηριότητες.
Ασθενείς με κυρίως πολλαπλά συμπιεστικά κατάγματα στη σπονδυλική στήλη μπορούν να εμφανίσουν κύφωση. Η κύφωση είναι ο γενικός όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει την υπερβολική κύρτωση της θωρακικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης προς τα εμπρός που οδηγεί στο καμπούριασμα της πλάτης. Επιπρόσθετα, η παραμόρφωση που προκαλούν τα κατάγματα ενδέχεται να οδηγήσει σε απώλεια ύψους, προβολή της κοιλίας, πίεση των ενδοθωρακικών οργάνων και ευθειασμό της οσφυϊκής μοίρας της σπονδυλικής στήλης.
Τα συμπιεστικά κατάγματα της σπονδυλικής στήλης είναι ως επί το πλείστον σταθερά κατάγματα και συνήθως δεν προκαλούν νευρολογικές διαταραχές. Παρόλα αυτά, υπάρχουν, περιπτώσεις που ένα συμπιεσμένο νωτιαίο νεύρο μπορεί να προκαλέσει νευρολογικά συμπτώματα, όπως μυρμήγκιασμα, μούδιασμα ή/και αδυναμία στην περιοχή που τροφοδοτείται από αυτό. Τέλος, σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις ένα ασταθές συμπιεστικό κάταγμα μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα τη συμπίεση του νωτιαίου μυελού στη θωρακική μοίρα της σπονδυλικής στήλης (θωρακική μυελοπάθεια) ή της δέσμης των νεύρων στο τέλος του νωτιαίου μυελού (η οποία είναι γνωστή ως ιππουρίδα) στην οσφυϊκή μοίρα της σπονδυλικής στήλης.
Θεραπεία
Σε περίπτωση συμπιεστικού κατάγματος λόγω οστεοπόρωσης η θεραπεία περιλαμβάνει τόσο τη θεραπεία του κατάγματος όσο και τη θεραπεία της υποκείμενης οστεοπόρωσης. Η θεραπεία μπορεί να περιλαμβάνει ξεκούραση, θερμοθεραπεία, αναλγητικά ή αντιφλεγμονώδη φάρμακα και φυσικοθεραπεία. Σε οξύ οστικό πόνο μπορούν επίσης να εφαρμοστούν στάσεις αποφόρτισης και η αναλγητική κρυοθεραπεία. Η εφαρμογή ορθοπαιδικού κηδεμόνα είναι πολύ σημαντική και χρησιμοποιείται για περίπου 3 μήνες, που είναι ο συνήθης χρόνος επούλωσης του κατάγματος. Παρέχει σταθερότητα στη σπονδυλική στήλη, αποφορτίζει την περιοχή του κατάγματος, μειώνει την υπέρμετρη κύφωση στης θωρακικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης και βοηθάει στη διατήρηση της καλής αναπνευστικής λειτουργίας και της ποιότητας της ζωής.
Ενδείξεις για χειρουργική αντιμετώπιση αποτελούν τα ασταθή κατάγματα, ο ισχυρός πόνος παρά τη συντηρητική θεραπεία καθώς και η προοδευτική μείωση του ύψους των σπονδύλων με προϊούσα κύφωση. Οι συνήθεις χειρουργικές τεχνικές συμπεριλαμβάνουν τη σπονδυλοπλαστική και την κυφοπλαστική. Πρόκειται για μικροεπεμβατικές χειρουργικές τεχνικές, όπου γίνεται έγχυση ακρυλικού τσιμέντου στο σπόνδυλο και έχουν στόχο τη σταθεροποίηση του κατάγματος και τη σημαντική μείωση του πόνου.
Η χειρουργική αποσυμπίεση με σπονδυλοδεσία συνιστάται στις περιπτώσεις ασταθών καταγμάτων και σε περιπτώσεις που υπάρχει σημαντικό νευρολογικό έλλειμμα, όπως προοδευτική μυϊκή αδυναμία. Το σύνδρομο ιππουρίδας ή ιππουριδική συνδρομή και η θωρακική μυελοπάθεια είναι επείγουσες ιατρικές καταστάσεις στις οποίες είναι απαραίτητη η άμεση χειρουργική επέμβαση.
Προς αποφυγή μελλοντικών συμπιεστικών καταγμάτων είναι πολύ σημαντική η συστηματική θεραπεία της οστεοπόρωσης. Αυτή περιλαμβάνει γενικά μέτρα για την αποφυγή παραγόντων κινδύνου που οδηγούν ή/και συντηρούν την αυξημένη απώλεια οστικής μάζας και αυξάνουν τον κίνδυνο καταγμάτων και την υϊοθέτηση ενός τρόπου ζωής που προάγει την αύξηση της οστικής πυκνότητας. Στις περισσότερες περιπτώσεις υπάρχει επιπλέον ένδειξη για φαρμακευτική αγωγή που αποσκοπεί είτε στη διατήρηση και μη περαιτέρω απώλεια είτε στην αύξηση της οστικής μάζας.
Βιβλιογραφία
- Niethard F., Pfeil J., Biberhaler P.: Orthopädie und Unfallchirurgie. 6. Auflage. Thieme 2009.
- Wirth CJ., Mutscher W.: Praxis der Orthopädie und Unfallchirurgie. 2. Auflage. Thieme 2009.
- Moore K.: Clinically Oriented Anatomy. Third Edition. Williams & Wilkins 1992.
- Solomon L., Warwick D., Nayagam S.: Apley’s System of Orthopaedics and Fractures. Hodder Arnold 2001.
- Kraemer R., Theodoridis T., Kraemer J.: Die lumbale Spinalkanalstenose. Springer 2011.




